Εντονα αυξητική τάση παρουσιάζει το ιικό φορτίο των λυμάτων της Θεσσαλονίκης στις τελευταίες μετρήσεις, στην έρευνα που διεξάγει διεπιστημονική ομάδα του ΑΠΘ σε συνεργασία με την ΕΥΑΘ. Έπειτα από χρονική περίοδο περίπου ενός μήνα, όπου η συγκέντρωση του SARS-CoV-2 στα αστικά υγρά απόβλητα ανιχνευόταν σε σταθερά χαμηλά επίπεδα, με μικρές αυξομειώσεις μεταξύ των μετρήσεων, οι αναλύσεις μετά τον περιβαλλοντικό εξορθολογισμό των αποτελεσμάτων από τις δύο τελευταίες δειγματοληψίες δείχνουν σημαντική αύξηση.
«Διαπιστώνεται μία αύξηση του εβδομαδιαίου μέσου κυλιόμενου όρου -σύγκριση μετρήσεων της 27ης Ιανουαρίου, 29ης Ιανουαρίου και 1ης Φεβρουαρίου με τις αντίστοιχες της 20ης, 22ας και 25ης Ιανουαρίου- αλλά το στοιχείο έντονου προβληματισμού εντοπίζεται παρατηρώντας το διάγραμμα σε μεγαλύτερο χρονικό εύρος, από τη στιγμή που ουσιαστικά η επιδημιολογική καμπύλη είχε επιπεδωθεί. Συγκρίνοντας λοιπόν τη μέση τιμή συνολικά οκτώ μετρήσεων, από τις 11 έως τις 27 Ιανουαρίου, με την τιμή από τις δύο τελευταίες μετρήσεις της 29ης Ιανουαρίου και 1ης Φεβρουαρίου, η αύξηση που παρατηρείται στο ιικό φορτίο των λυμάτων είναι της τάξης του 50%», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρύτανης του ΑΠΘ και επιστημονικά υπεύθυνος του ερευνητικού έργου, καθ. Νίκος Παπαϊωάννου.
Όπως εξήγησε, «η επιδημιολογική εικόνα των λυμάτων αντανακλά την περίοδο από το άνοιγμα κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως εκπαιδευτικές δομές και καταστήματα λιανικού εμπορίου», ενώ «προφανώς έχουμε και τις επιπτώσεις από φαινόμενα συνωστισμού στους δρόμους, και συναθροίσεων που έγιναν το προηγούμενο δεκαήμερο».