Η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981 συνοδεύθηκε από μία σειρά αντιδεξιών και αντιαμερικανικών τσιτάτων, τα οποία σήμερα στα social media θα τα χαρακτηρίζαμε trends.
Μία από τις λέξεις-κλειδιά ήταν η «αλλαγή». Η μετάβαση δηλαδή από τον παρωχημένο συντηρητισμό στον σοσιαλισμό. Με ηγετική μορφή τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Από τις 24 Ιουλίου 1982, το ΠΑΣΟΚ είχε φέρει στη Βουλή προς ψήφιση το νομοσχέδιο που καταργούσε την ποινική δίωξη της μοιχείας. Όχι δεν διαβάσατε λάθος. Ως τότε η απιστία αποτελούσε αδίκημα! Και αλίμονο σε όσους πιάνονταν στα πράσα.
Οι αντιδράσεις από την Εκκλησία και αρκετούς πολίτες ήταν έντονες. Μέχρι και διαδηλώσεις έγιναν με σκοπό να εκφραστεί η αντίθεση. Ο «ήλιος» είχε τόση δύναμη, που δεν δίσταζε να τα βάλει ακόμη και με τον παντοδύναμο κλήρο.
Τι ίσχυε, όμως, επί περίπου 30 χρόνια; Το άρθρο 357 του Ποινικού Κώδικα του 1951 χαρακτήριζε την απιστία ως πλημμέλημα και προέβλεπε ποινή ενός έτους για τους μοιχούς, οι οποίοι διώκονταν μόνο με έγκληση του παθόντος συζύγου. Η μοιχεία έμενε ατιμώρητη εάν υπήρχε διάσταση του νόμιμου ζεύγους ή ανοχή του παθόντος συζύγου.
«Η αποποινικοποίηση της μοιχείας θα κλονίσει τα θεμέλια της οικογένειας και του γάμου», υποστήριζε η Εκκλησία, όταν το ΠΑΣΟΚ είχε εκφράσει την πρόθεσή του περί φιλελευθεροποίησης του οικογενειακού δικαίου.
Κάθε αντίδραση παύθηκε επίσημα στις 20 Αυγούστου 1982, με τη δημοσίευση του νόμου 1272 «για την τροποποίηση ορισμένων διατάξεων του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας».
Το άρθρο 6 ανέφερε:
- Το άρθρο 357 του Ποινικού Κώδικα για τη μοιχεία καταργείται.
- Δικογραφίες που εκκρεμούν για παραβάσεις του άρθρου 357 του Ποινικού Κώδικα τοποθετούνται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα και τα διωκτικά έγγραφα που έχουν εκδοθεί επιστρέφονται ανεκτέλεστα.
- Οι καταδικαστικές αποφάσεις για μοιχεία που έχουν εκδοθεί μέχρι την ισχύ αυτού του νόμου και οι ποινές που επιβλήθηκαν με αυτές σύμφωνα με το άρθρο 357 του Ποινικού Κώδικα διαγράφονται από το ποινικό μητρώο και διατάσσεται η καταστροφή των σχετικών δελτίων.
Μέχρι το καλοκαίρι του 1982, η λέξη «κουτσουκέλα» δεν είχε αυτή την απλοϊκή χροιά. Δεν ήταν μόνο ο φόβος του εντοπισμού από σύζυγο και, εν συνεχεία, η σύλληψη με τις όποιες συνέπειες. Τότε ο Τύπος ανέφερε ολογράφως τα ονοματεπώνυμα των άπιστων – κοινώς τους… κρεμούσε κουδούνια!
Έγραφε, επί παραδείγματι, η εφημερίδα «Μακεδονία» στις 28 Απριλίου 1964: «Ζεύγος έγγαμων κατελήφθη μοιχευόμενον εις ξενοδοχείον» και παρακάτω είχε αναλυτικό ρεπορτάζ.
Συγκεκριμένα ανέφερε: «Συνελήφθησαν ο (ονοματεπώνυμο), ετών 46, οπωροπώλης, έγγαμος και η σύζυγος (ονοματεπώνυμο), ετών 37, ράπτρια, κάτοικοι Θεσσαλονίκης, κατηγορούμενοι επί μοιχεία.
Το ζεύγος των μοιχών κατελήφθη την 2:30 μ.μ. της Κυριακής, εντός του ξενοδοχείου «Νέα Ελλάς», επ’ αυτοφώρω, κατά γενόμενον έλεγχον υπό οργάνων της ομάδος Ηθών της γενικής ασφάλειας, κατόπιν εγκλήσεως της συζύγου του (επώνυμο). Εναντίον των μοιχών υπέβαλε μήνυσιν και ο σύζυγος της (επώνυμο)».
Τα σχετικά ρεπορτάζ είναι δεκάδες, όμως, η στήλη παρέθεσε ένα ενδεικτικό για να διαπιστώσει κανείς τι συνέβαινε στην… προ-ΠΑΣΟΚική περίοδο. Με την αποδυνάμωση των εννοιών «γάμος-οικογένεια», τη γυναίκα να απομακρύνεται αρκετές ώρες από την οικία και την τεχνολογία να φέρνει απόλυτη αμεσότητα στην ανθρώπινη επικοινωνία, φανταστείτε τι θα συνέβαινε σήμερα αν δεν είχε καταργηθεί το άρθρο 357… Και πόσα ποπ-κορν θα καταναλώνονταν καθημερινά, διαβάζοντας τις ιστοσελίδες που θα περιλάμβαναν «ζουμερές» λεπτομέρειες.
Διότι όπως είχε πει ο Νικόλας Άσιμος στην ταινία «Οι ανθρωποφάγοι στην Τι-Βι»: «Εφόσον δεν βλεπόμεθα τι ‘θα’ και τι οψόμεθα, δώσ’ μου τη δυνατότητα να βλέπω κλειδαρότρυπα».
Πηγή: menshouse.gr